- ἀμελῇ
- ἀμελέω—have no care forpres subj mp 2nd sgἀμελέω—have no care forpres ind mp 2nd sgἀμελέω—have no care forpres subj act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀμελῆ — ἀμελής careless neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἀμελής careless masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀμελής careless masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταμελητί — (Μ) επίρρ. με μεταμέλεια. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεταμέλομαι + επιρρμ. κατάλ. τί (πρβλ. αμελη τί)] … Dictionary of Greek
Ηρώνδας ή Ηρώδας — (3ος αι. π.Χ.).Μιμογράφος από την Κω. Το συγγραφικό έργο του τοποθετείται μεταξύ 275 και 245 π.Χ. Ένας πάπυρος που ανακαλύφθηκε το 1891 έκανε γνωστούς εννέα (οι επτά πλήρεις) σύντομους μίμους του σε ιωνική διάλεκτο (ονομάζονται και μιμίαμβοι,… … Dictionary of Greek